Πρωτοπρεσβύτερος Ευστράτιος Δήσσος
Βιογραφικό
Γεννήθηκε στην Μήθυμνα της Λέσβου στις 8 Νοεμβρίου του 1938.
Γονείς του ο Παναγιώτης Δήσσος και μητέρα του η Ελένη Μανταμαδιώτου.
Όταν ήταν σε ηλικία 5 ετών, ο πατέρας του χειροτονήθηκε ιερέας στο χωριό Βαφειός, ένα χωριουδάκι κοντά στη Μήθυμνα. Εκεί, ο Ευστράτιος φοίτησε στις πρώτες τάξεις του Δημοτικού Σχολείου μέχρι και την 4η τάξη.
Τον Μάρτιο του 1947, ο πατέρας του μετατίθεται στο χωριό Συκαμιά της Λέσβου ως εφημέριος και εκεί ο Ευστράτιος τελειώνει την πρωτοβάθμια εκπαίδευσή του.
Φοίτησε δύο χρόνια στο Α΄ Γυμνάσιο Μυτιλήνης και έπειτα μεταγράφηκε στην Εκκλησιαστική Σχολή της Λαμίας.
Αφού αποφοίτησε το 1961, υπηρέτησε την στρατιωτική του θητεία ως έφεδρος υπαξιωματικός-σιτιστής στην Κόρινθο, Λάρισα και Θεσσαλονίκη.
Το 1966 νυμφεύεται την εκ Βατούσης καταγόμενη Φωτεινή Καραμήτρου και το ίδιο έτος χειροτονείται διάκονος και στη συνέχεια ιερεύς στη ενορία του χωριού της Πελόπης Λέσβου, ένα χωριό πλησίον του Μανταμάδου. Εκεί οργάνωσε την ενορία και επιδιόρθωσε τον Ιερό Ναό που είναι αφιερωμένος προς τιμήν των Αρχαγγέλων.
Έκτισε τρία εξωκκλήσια, τον Προφήτη Ηλία στην κορυφή του όρους Λεπετύμνου, τον Άγιο Γεώργιο και την Αγία Παρασκευή και επιδιόρθωσε τα υπάρχοντα, Άγιο Γεώργιο και Αγία Μαρίνα.
Τον Ιούνιο του 1970 μετατίθεται στη Κωμόπολη του Μανταμάδου, στον ενοριακό Ναό των Παμμεγίστων Ταξιαρχών. Ήταν ο τρίτος εφημέριος και συνεφημέριοί του ο Αρχιμανδρίτης Νικόδημος Κουτσαμπάσης και ο ιερεύς Ανδρέας Σαρρής. Διορίζεται Πρόεδρος του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου και αμέσως αρχίζει δράση μετά του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου και των συνεφημερίων του με σκοπό να ανακαινίσει το 1971 τους δύο Ναούς, των Παμμεγίστων Ταξιαρχών και του Αγίου Βασιλείου.
Τούς επιδιορθώνει, τούς ελαιοχρωματίζει και παράλληλα κτίζει νέο γραφείο στον Ιερό Ναό των Παμμέγιστων Ταξιαρχών και τελειοποιεί και επιπλώνει το γραφείο του Αγίου Βασιλείου.
Το 1972 ανοίγει τον ενός χιλιομέτρου περίπου δρόμο που ένωνε το χωριό του Μανταμάδου με τον Ι. Ν. των Παμμεγίστων Ταξιαρχών και τον επιστρώνει με μπετόν.
Το 1973 κτίζει το οικοτροφείο αριστούχων μαθητών Γυμνασίου, που στεγάζει και δίνει τροφή και ύπνο σε 35 μαθητές από τις δέκα γύρω κοινότητες της Περιφέρειας Μανταμάδου, όπου εδρεύει το ολοκληρωμένο Γυμνάσιο. Αυτό το έκανε γιατί κινδύνευε το Γυμνάσιο Μανταμάδου να συρρικνωθεί λόγω μικρού αριθμού μαθητών. Οι 35 μαθητές του Οικοτροφείου, που ήσαν από φτωχές αγροτικές οικογένειες, φοιτούσαν δωρεάν στο Ίδρυμα και έδιναν μόνο ένα μικρό χρηματικό ποσό με την εγγραφή τους σ’ αυτό.
Το 1978 προβαίνει σε εργασίες αποκατάστασης του ποταμού που περνά δίπλα από το Προσκύνημα, το κτίζει με πέτρα και τσιμέντο και διευρύνει τη γέφυρά του, η οποία ήταν στενή και υπαίτια για πολλά ατυχήματα και ένα δυστύχημα. Στη συνέχεια ομαλοποίησε το βραχώδες έδαφος πέριξ του Προσκυνήματος και δημιούργησε ένα μεγάλο χώρο στάθμευσης αυτοκινήτων.
Άρχισε τότε να καταγράφει για πρώτη φορά την παράδοση του χωριού του Μανταμάδου. Πηγή του είχε μια γερόντισσα, την κ. Ελισάβετ 85 χρόνων, που ήταν η εγγονή του Πρώτου επιτρόπου της Επιτροπής που έχτισε το τελευταίο Ναό των Ταξιαρχών, πάνω στα θεμέλια του πρώτου του Μοναστηριακού. Συνέγραψε 5 βιβλία και 9 ημερολόγια-λευκώματα των 250 σελίδων έκαστο, τα οποία αναφέρονται γύρω από το Μανταμάδο. Δημιούργησε την «Στέγη αγάπης», στην οποία βρίσκουν καθημερινά δωρεάν τροφή 55 άτομα γερόντων και πενήτων.
Σήμερα, κτίζεται μεγάλο γηροκομείο των 50 θέσεων, που θα είναι έτοιμο σε ένα χρόνο περίπου.
Απέκτησε τρία παιδιά, την Ελένη, τον Παναγιώτη και το Μιχαήλ-Άνθιμο, που τού χάρισαν μεγάλη χαρά και τού τόνωσαν τις δυνάμεις του για να δημιουργεί.
Το 1978 τού δόθηκε το οφίκιο του Πρωτοπρεσβυτέρου από τον αείμνηστο Μητροπολίτη Μηθύμνης κυρό Ιάκωβο.
Στις δύο επισκέψεις που πραγματοποίησε ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος στην Καλλονή και στο Μανταμάδο, τού απένειμε τον Σταυρό της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας, ως ένδειξη αναγνώρισης στο πνευματικό του έργο!